ελληνική φωνή - κεντρική σελίδα  
επικοινωνία εκτύπωση
 
Εκδότης-Διευθυντής: ΓΙΑΝΝΗΣ ΕΥΤΥΧΙΔΗΣ
Διευθύντρια Σύνταξης: ΑΡΤΕΜΙΣ ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ
Ηλεκτρονική Ενημέρωση για την Ελλάδα και τον Κόσμο - News - Nachrichten
     

Aρχείο της εβδομάδας : 16-09-2010 21-09-2010

DEVIL

Μία ταινία τρόμου με μεταφυσικές αναζητήσεις και στοιχεία και κεντρικό θέμα , ο άνθρωπος , ο εσωτερικός του κόσμος και τι κρύβει , όταν αντιμέτωπος με ακραίες καταστάσεις αναγκαστικά πέφτει η μάσκα ...Τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Τζον Έρικ Ντάουντλ και παίζουν οι Κρις Μεσίνα, Τζέφρι Aρεντ, Λόγκαν Μάρσαλ-Γριν, Μπογιάνα Νοβάκοβιτς, Τζένι Ο'Χάρα, Μποκίμ Γουντμπαίν, Τζέικομπ Βάργκας.

Υπόθεση

Η ταινία είναι βασισμένη σε μια ιστορία του μετρ του φανταστικού Μ. Νάιτ Σιάμαλαν (Sixth Sense) σε σενάριο του Μπράιαν Νέλσον και κόβει την ανάσα. Πέντε άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι που ξεκινούν την ημέρα τους αμέριμνοι όπως κάνουν καθημερινά, εγκλωβίζονται στο ασανσέρ ενός κτιρίου, η κλειστοφοβία κάνει την εμφάνισή της, με όλα τα οδυνηρά συνεπακόλουθα? Πόσο μάλλον όταν αποκαλύπτεται ότι ένας από τους εγκλωβισμένους δεν είναι αυτό που φαίνεται καθώς η μοίρα τους αναγκάζει να ρίξουν τις μάσκες τους και να αποκαλύψουν τα πιο μύχια μυστικά τους και το αληθινό τους πρόσωπο? Γεμάτοι αμφιβολία για το ποιος είναι τελικά ο υπαίτιος όλων των δεινών τους και τελείως ανίκανοι να κάνουν οτιδήποτε, οι πέντε έγκλειστοι παραδίδονται αβοήθητοι στα τρομερά γεγονότα που συμβαίνουν στα λίγα τετραγωνικά του ασανσέρ, δίχως να διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια ελπίδα σωτηρίας τους. Και το χειρότερο; Ένας από αυτούς πρέπει είναι ο ίδιος ο Διάβολος? Η μόνη τους σωτηρία? Η ειλικρινής παραδοχή των αμαρτημάτων τους και των κακών που έχουν κάνει στη ζωή τους? Για την πρωταγωνιστική πεντάδα τα αδέλφια Ντόουντλ ήθελαν ηθοποιούς που να μπορούν να ενσαρκώσουν πειστικά πέντε πολύ διαφορετικούς τύπους ανθρώπων. Μάλιστα, ήθελαν νέα πρόσωπα ώστε το κοινό να μην ξέρει τι να περιμένει από αυτούς. Έτσι και προχώρησαν..Οκτώ ταλαντούχοι ηθοποιοί επελέγησαν για τους ρόλους των πέντε εγκλωβισμένων (ενός πωλητή, μιας ηλικιωμένης, ενός μηχανικού, μιας νέας κοπέλας και ενός υπεύθυνου ασφαλείας) και των τριών ανθρώπων (ενός ντετέκτιβ και δύο υπεύθυνων ασφαλείας) που προσπαθούν να τους απεγκλωβίσουν. Ο Κρις Μεσίνα, με συνεργασίες τόσο με Γούντι Aλεν όσο και Νόρα Έφρον, ενθουσίασε από την πρώτη κιόλας οντισιόν τον Σιάμαλαν και ανέλαβε αμέσως το ρόλο του ντετέκτιβ, που αναλαμβάνει να λύσει το πρόβλημα. Στους υπόλοιπους ρόλους βρίσκουμε τους Τζέφρι Aρεντ, Λόγκαν Μάρσαλ-Γκριν, Μπογιάνα Νοβάκοβιτς, Τζένι Ο? Χάρα, Μποκίμ Γούντμπαϊν, Τζέικομπ Βάργκας, Ματ Κρέιβεν. Τη μουσική της ταινίας υπογράφει ο Φερνάντο Βελάσκεθ (The Orphanage, Savage Grace, BackWoods, Shiver).
CASABLANCA

Μια θρυλική αμερικανική ταινία (δραματική ?αισθηματική), του 1942 , με 3 βραβεία Όσκαρ , καλύτερης σκηνοθεσίας , ταινίας και σεναρίου , άφησε εποχή στην ιστορία του κινηματογράφου .Σε σκηνοθεσία Μάικλ Κέρτιζ με τους Χάμφρει Μπόγκαρτ, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, έρχεται και πάλι στις κινηματογραφικές αίθουσες.

Υπόθεση

Στη δίνη του Β? Παγκοσμίου Πολέμου, η εξωτική Καζαμπλάνκα στο Μαρόκο αποτελεί σταυροδρόμι όλων των λαών, που ψάχνουν μια διέξοδο από τα δεινά της Ευρώπης και ένα εισιτήριο προς την ελεύθερη Αμερική. Εδώ βρίσκουν καταφύγιο πολιτικοί πρόσφυγες, τυχοδιώκτες, απατεώνες, καταζητούμενοι, καιροσκόποι, αντιστασιακοί, ένα σωρό διαφορετικοί άνθρωποι, που όλοι τους αναζητούν μια ελπίδα για επιβίωση. Εδώ βρίσκεται και ο Ρικ, ένας Αμερικανός ιδιοκτήτης ενός κλαμπ. Ο Ρικ είναι κυνικός, απόμακρος και σκληρός. Κατά βάθος όμως κρύβει μια ηρωική καρδιά και σύντομα θα χρειαστεί να το αποδείξει? Μια μέρα εμφανίζεται στο κλαμπ του, η πρώην αγαπημένη του, Ίλσα, με την οποία έζησε έναν μεγάλο έρωτα στο Παρίσι, λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Η Ίλσα τότε τον είχε εγκαταλείψει ανεξήγητα. Τώρα, η ξαφνική της επανεμφάνιση, τον αναστατώνει, καθώς ο έρωτας ανάμεσά τους ξαναφουντώνει. Ο Ρικ σύντομα καταλαβαίνει ότι η Ίλσα τον άφησε τότε από υποχρέωση στο σύζυγό της, Βίκτωρ Λάζλο, έναν θρυλικό αντιστασιακό, που καταζητείται από τους ναζί. Ο Ρικ θα αντιμετωπίσει έτσι ένα ηθικό δίλημμα: να διεκδικήσει ξανά τον μεγάλο του έρωτα ή να θυσιαστεί για χάρη ενός ανώτερου σκοπού, όπως είναι ο παγκόσμιος αγώνας ενάντια στη ναζιστική φρίκη, και να βοηθήσει τον Βίκτωρ και την Ίλσα να δραπετεύσουν στην Αμερική;

Οι ηθοποιοί

Η ταινία βασίστηκε στο θεατρικό των Μάρεϊ Μπάρνετ-Τζόαν Aλισον «Everybody comes to Rick's». Ξεκίνησε σαν ένα συνηθισμένο φιλμ προπαγάνδας αλλά τελικά έγινε μια από τις πιο ρομαντικές ταινίες όλων των εποχών. Παρά την αρχική φήμη ότι τον πρωταγωνιστικό ρόλο θα είχε ο Ρόναλντ Ρίγκαν, ο παραγωγός της ταινίας, Χαλ Ουόλις, είχε τον Μπόγκαρτ στο μυαλό του από την πρώτη στιγμή. Επίσης, οι παραγωγοί είχαν σκεφτεί αρχικά στο ρόλο της Ίλσα, τη γαλλίδα σταρ Μισέλ Μοργκάν. Επέλεξαν όμως τελικά την Ίνγκριντ Μπέργκμαν -και αυτή ήταν μια απόφαση που δεν θα τη μετάνιωναν ποτέ, όπως απέδειξε η ιστορία! Εκτός όμως από τις επιτυχημένες επιλογές του πρωταγωνιστικού ζευγαριού και οι υπόλοιπες επιλογές του καστ έπαιξαν πολύ σημαντικό ρόλο στην επιτυχία της ταινίας: Στο ρόλο του Γάλλου διοικητή Ρενό ο έξοχος Κλοντ Ρέινς. Όπως επίσης έξοχοι ήταν και οι Πίτερ Λόρε και Σίντνεϊ Γκρίνστριτ, που είχαν συνεργαστεί ξανά με τον Μπόγκαρτ στο Γεράκι της Μάλτας. Όλοι οι χαρακτήρες ζωντάνεψαν έξοχα σε αυτή την ταινία. Κι αυτό, γιατί το στούντιο της Ουόρνερ είχε διαθέσιμο έναν πλούτο καταξιωμένων ηθοποιών, ο οποίος είχε αυξηθεί ακόμα περισσότερο με τον πόλεμο, με πολλούς ευρωπαίους πρόσφυγες ηθοποιούς, που ήταν αστέρια στην Ευρώπη και δέχτηκαν με χαρά μικρούς ρόλους εδώ, δίνοντας εξαιρετική υποκριτική ποιότητα στην ταινία. Έτσι, 34 περίπου εθνικότητες απαρτίζουν συνολικά τον καστ της ταινίας και μας θυμίζουν πώς ήταν η Καζαμπλάνκα την εποχή του πολέμου.Τη μουσική της ταινίας έγραψε ο βραβευμένος με Όσκαρ συνθέτης Μαξ Στάινερ, με κορυφαία στιγμή τη «μάχη των τραγουδιών», όπου Σύμμαχοι και Γερμανοί αντιπαρατίθενται συμβολικά στο κλαμπ του Ρικ, τραγουδώντας οι μεν τη «Μασσαλιώτιδα», οι δε ένα ναζιστικό ύμνο. Και φυσικά, μια από τις κορυφαίες στιγμές της ταινίας είναι και το τραγούδι «As Time Goes By» του Χέρμαν Χάπφελντ. Η διαχρονικότητα της ταινίας και οι εισπράξεις Η υποδοχή της ταινίας από το κοινό υπήρξε αμέσως θερμή. Με εισπράξεις 3,7 εκατομμυρίων δολαρίων, αποτέλεσε μια από τις εμπορικότερες ταινίες του 1943. Το 1944 η Casablanca κατέκτησε 3 βραβεία Όσκαρ (διασκευασμένου σεναρίου, σκηνοθεσίας και καλύτερης ταινίας) και ήταν υποψήφια για άλλα 5! Μεταπολεμικά, και ύστερα από το θάνατο του Μπόγκαρτ το 1957, η ταινία άρχισε να προβάλλεται ξανά σε αφιερώματα στο Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης.

Ο σκηνοθέτης

Ο δημιουργός της Casablanca, Μάικλ Κερτίζ, γεννήθηκε το 1888, στην Ουγγαρία. Σπούδασε στην Βασιλική Ακαδημία της Ουγγαρίας, εργάστηκε για λίγο ως ηθοποιός αλλά σύντομα άρχισε να σκηνοθετεί στο θέατρο και έπειτα στον κινηματογράφο. Είχε ήδη γυρίσει 62 βωβές ταινίες στην Ευρώπη, όταν έφυγε για την Αμερική το 1926, κατευθείαν για το στούντιο της Ουόρντερ.Ο Κερτίζ ήταν αξιόπιστος σκηνοθέτης και το στούντιο του ανέθεσε μια πληθώρα ταινιών. Τα έργα του, τις δεκαετίες ?30 και ?40, κάλυπταν σχεδόν κάθε είδος ταινίας, με αποκορύφωμα το αριστούργημά του, Casablanca, που έγινε μια από τις πιο κλασικές ρομαντικές ταινίες στην ιστορία του σινεμά. Δούλεψε με σπουδαίους ηθοποιούς και ήταν πολύ ικανός να τους κατευθύνει, καθώς 10 από τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάστηκε είχαν υποψηφιότητα για Όσκαρ: Πολ Μιούνι, Τζον Γκάρφιλντ, Τζέιμς Κάγκνεϊ, Ουόλτερ Χιούστον, Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ, Κλοντ Ρέινς, Τζόαν Κρόφορντ, Ανν Μπλάιθ, Ιβ Aρντεν, Γουίλιαμ Πάουελ ενώ οι 2 από αυτούς (ο Κάγκνεϊ και η Κρόφορντ) τιμήθηκαν με Όσκαρ για ερμηνείες σε ταινίες του.Αν και εκατομμύρια κόσμος έχει ευχαριστηθεί τις ταινίες του όλα αυτά τα χρόνια, ο Κερτίζ θεωρείται ένας από τους υποτιμημένους σκηνοθέτες
ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑ - TENDERNESS

Ελληνική ταινία σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Καραμήτσου με τους Ράσμι Σούκουλη , Αλεξάνδρα Παυλίδου.

Υπόθεση:

Δύο ηρωίδες, η νεαρή, ανέμελη και κυνική Κλαίρη (Ράσμι Σούκουλη) και η μεσόκοπη, καταπτοημένη, καταθλιπτική αλλά και ραδιούργα Δανάη (Αλεξάνδρα Παυλίδου) ζουν σε διπλανά διαμερίσματα. Μία σειρά απο επώδυνα γεγονότα και συνθήκες, τις κάνουν να γνωριστούν και να έρθουν κοντά. Μέσα από την γνωριμία τους αποδεικνύεται η ομοιότητά τους - δύο άνθρωποι σε αδιέξοδο, γεμάτοι εμμονές, χαμένοι, μέσα στον υπερπληθυσμό της πόλης. Όσο ο κλοιός σφίγγει γύρω από τις δύο ηρωίδες, κάμπτεται η ψυχική τους δύναμη και τις κάνει να αναζητήσουν βοήθεια, η μία στην συντροφιά της άλλης. Κι ενώ η κάθε μία θέλει, αρχικά, να χρησιμοποιήσει την άλλη, για να σωθεί από κάποια δικιά της αγωνία, τελικά, μέσα από μία σκοτεινή και δραματική κορύφωση, τα προσωπεία πέφτουν και οι δύο γυναίκες έρχονται αληθινά κοντά μεταξύ τους.

Διακρίσεις

Η ταινία πήρε αρκετές διακρίσεις στις Νύχτες Πρεμιέρας του 2009 (Χρυσή Αθηνά πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη, Χρυσή Αθηνά Πρωτοεμφανιζόμενης Γυναίκας Ηθοποιού, Χρυσή Αφροδίτη Α' γυναικείου Ρόλου) ενώ διακρίθηκε και με το Βραβείο Καλύτερου Μοντάζ στο 4ο Διεθνές Φεστιβάλ Κύπρου.

Ο σκηνοθέτης

Ο Παναγιώτης Καραμήτσος είναι απόφοιτος της Σχολής Κινηματογράφου Ευγενίας Χατζίκου ? τμήμα Σκηνοθεσίας. Έχει κάνει σεμινάρια φωτογραφίας, υποκριτικής διδασκαλίας, κινησιολογίας και 3D Animation. Από το 1995 δουλεύει στον χώρο των κινηματογραφικών, τηλεοπτικών και διαφημιστικών παραγωγών. Έχει δουλέψει σαν βοηθός σκηνοθέτη, διευθυντής παραγωγής και casting director. Παράλληλα έχει κάνει τις πρώτες του σκηνοθετικές απόπειρες. Τα τελευταία χρόνια δουλεύει σαν σκηνοθέτης και παραγωγός, ενώ είναι και ιδρυτικό μέλος της MachineOff.
ΕΝΑΣ ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΣ ΦΙΛΟΣ - THE AMERICAN FRIEND

?Ενα εξαιρετικό θρίλερ , με επίκεντρο την αθρώπινη ύπαρξη , τα όρια μεταξύ ζωής και θανάτου , νόμιμου και παράνομου.Πρόκειται για επανέκδοση της ταινίας , παραγωγής 1977, (Δυτικής Γερμανίας), που σε ένα βαθμό οι ήρωες αντιπροσωπεύουν αξίες και ιδεώδη Αμερικής Ευρώπης.Την σκηνοθεσία υπογράφει ο κορυφαίος Βιμ Βέντερς και παίζουν οι Ντένις Χόπερ, Μπρούνο Γκαντζ, Λίζα Κρόιζερ, Τζέραρντ Μπλεν, Νίκολας Ρέι, Σάμιουελ Φούλερ.Η ταινία αποτελεί μεταφορά του μπέστ ?σέλερ της Πατρίτσια Χαϊσμιθ «Το παιχνίδι του Ριπλέϊ».

Υπόθεση:

Ενα φονικό παιχνίδι για 2 , ένα μοιραίο συμβόλαιο θανάτου , που θα οδηγήσει σε μιά φιλία , όσο παράδοξο και αν φαίνεται.Μέσα από την πλοκή της ταινίας, παρακολουθούμε έναν από τους πιο ενδιαφέροντες ήρωες του σύγχρονης λογοτεχνίας θρίλερ, τον σκοτεινό όσο και αγαπημένο μας Τομ Ρίπλεϊ. Σε δεύτερο επίπεδο, καταλαβαίνουμε ότι ο Βέντερς εξερευνά τον κόσμο του φιλμ νουάρ και του θρίλερ αλά Χίτσκοκ. Ο Τομ Ρίπλεϊ είναι ένας Αμερικανός, που ζει στην Ευρώπη. Ο Ρίπλεϊ συνεργάζεται με έναν πλαστογράφο έργων τέχνης στο Αμβούργο, αποκτώντας έτσι σχέσεις με ανθρώπους του υποκόσμου. Ένας από αυτούς, τους ανθρώπους του υποκόσμου, ο Ραούλ Μινό, τον πλησιάζει μια μέρα και του προτείνει μια διαφορετική δουλειά. Όχι το συνηθισμένο εμπόριο πλαστών έργων, στο οποίο ειδικευόταν ο Ρίπλεϊ, αλλά τη δολοφονία ενός άντρα! Του ζητά λοιπόν να γίνει εκτελεστής και να σκοτώσει έναν μαφιόζο εχθρό του. Ο Ρίπλεϊ, που δεν θέλει να αναλάβει το βάρος ενός φόνου , καταστρώνει ένα σατανικό σχέδιο: Θα εμπλέξει στην υπόθεση τον Τζόναθαν Ζίμερμαν, έναν ήρεμο οικογενειάρχη και τεχνίτη κορνίζας, που γνωρίζει τυχαία σε μια δημοπρασία. Όταν ο Ρίπλεϊ μαθαίνει ότι ο Τζόναθαν είναι βαριά άρρωστος, πλαστογραφεί τα ιατρικά στοιχεία ώστε να δείχνουν ότι δεν έχει καθόλου χρόνο ζωής, για τον πείσει να διαπράξει φόνο. Ο φιλήσυχος και νομοταγής μέχρι τότε Τζόναθαν, ανακαλύπτει μια εντελώς καινούργια πτυχή του εαυτού του και δελεάζεται από το μεγάλο χρηματικό ποσό που του προσφέρει ο Μινό για να εξασφαλίσει την οικογένειά του. Και, μη γνωρίζοντας τίποτα για την ανάμειξη του Ρίπλεϊ σε αυτή τη δολοπλοκία, γίνεται σιγά σιγά φίλος με τον Ρίπλεϊ, σε μια περίεργη όσο και μοιραία φιλία και για τους δύο...

Βιμ Βέντερς

Ο Έρνστ Βίλχελμ Βέντερς, όπως είναι το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1945 στο Ντίσελντορφ και μεγάλωσε στο Όμπερχαουζεν, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως γιατρός. Ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα του σπούδασε Ιατρική και Φιλοσοφία στο Μόναχο, το Φράιμπουργκ και το Ντίσελντορφ. Διέκοψε τις σπουδές του και το 1966 μετακόμισε στο Παρίσι για να γίνει ζωγράφος, απέτυχε όμως στις εισαγωγικές εξετάσεις στην Ακαδημία Τεχνών. Έτσι εργάστηκε ως λιθογράφος στο εργαστήρι του Αμερικανού καλλιτέχνη Τζόνι Φρίντλαντερ. Εκείνη την περίοδο έγινε τακτικός επισκέπτης της Γαλλικής Ταινιοθήκης βλέποντας πέντε ταινίες την ημέρα. Επιστρέφοντας στη Γερμανία το 1967, έγινε δεκτός στη Σχολή Κινηματογράφου του Μονάχου (Hochschule fur Fernsehen und Film), η οποία μόλις είχε ιδρυθεί. «Ήταν η εποχή της επανάστασης. Αμφισβητούσαμε τους καθηγητές και διαμορφώναμε μόνοι μας το πρόγραμμα σπουδών», λέει ο ίδιος για εκείνη την περίοδο. Ανάμεσα στο 1967 και το 1970, παράλληλα με τις σπουδές του, ο Βέντερς εργάστηκε σαν κριτικός κινηματογράφου και συνεργάστηκε με την κινηματογραφική επιθεώρηση Filmkritik, την ημερήσια εφημερίδα του Μονάχου Suddeutsche Zeitung, το περιοδικό Twen και το Spiegel. Την ίδια περίοδο, έκανε πολλές μικρού μήκους ταινίες και το Μάη του ?68 συνελήφθη κατά τη διάρκεια μιας διαδήλωσης και φυλακίστηκε.
LAST YEAR AT MARIENBAD - ΠΕΡΥΣΙ ΣΤΟ ΜΑΡΙΕΝΜΠΑΝΤ

Μιά ακόμη επανέκδοση του 1961 πολυ καλής δραματικής ταινίας σε σκηνοθεσία Αλέν Ρενέ με τους Ντελφίν Σιρίγκ, Τζιόρτζιο Αλμπερτάτζι, Σασά Πιτέφ

Υπόθεση:

Σε ένα πολυτελές ξενοδοχείο στην εξοχή, ένας άντρας (Χ) χρησιμοποιεί όλα τα θεμιτά μέσα για να πείσει μια παντρεμένη γυναίκα (Α) να φύγει μαζί του. Η γυναίκα μόλις και μετά βίας μπορεί να ανακαλέσει στη μνήμη της την ερωτική ιστορία που είχαν, ή μήπως δεν είχαν, τον προηγούμενο χρόνο στο Μαρίενμπαντ. Ο σύζυγος ή συνοδός (Μ), παραμένει σταθερά και διακριτικά στο πλευρό της, ρωτώντας κάθε λίγο για την υγεία της, αδιαφορώντας για τα αισθήματά της. Δυσοίωνοι οργανικοί ήχοι επαναλαμβάνονται καθώς το προοπτικό πεδίο της κάμερας ανιχνεύει ανάμεσα στους απέραντους διαδρόμους, ενός μπαρόκ ξενοδοχείου. Σκορπισμένα πλήθη με βραδινές ενδυμασίες, εγκαταλειμμένοι μέσα σε έναν αντίλαλο. Ο άντρας προσπαθεί να πείσει την καχυποψία της γυναίκας, ότι έχουν ξαναβρεθεί εδώ ή όχι. Η μνήμη ξεγλιστρά, η αμφισημία προτίθεται να υποτάξει τον φιλμικό χώρο. Ο άντρας της γυναίκας (ή μήπως είναι κάτι άλλο;) γυροφέρνει με ένα πένθιμο ύφος, ενώ παίζει ένα περίεργο παιχνίδι κρουστών στις γωνίες των χώρων. Ο Χ επαναλαμβάνει συνεχώς σαν σύνθημα τη λέξη «Πέρυσι», μαζί με κάθε συνάντηση του με τη γυναίκα, που κάθε φορά λαμβάνει χώρα σε διαφορετική τοποθεσία, με διαφορετικά κουστούμια. Πλάνο το πλάνο. Η απορία μένει μετέωρη: η περυσινή τους επαφή ήταν ξελόγιασμα ή κάτι άλλο; Ένα ολόκληρο σύστημα κάτι σαν γρίφος ή κινηματογραφική εξίσωση, όπου το καλό και το κακό, η εξαπάτηση και η αλήθεια παίζουν κρυφτό παίζουν κρυφτούλι ... Η ταινία θυμίζει κάτι σαν πάζλ και έχει αποσπάσει βραβείο Μelies, (1961) και Xρυσό Λιοντάρι στην Μπιενάλε της Βενετίας, (1963). Παρόλο που η αινιγματική πλοκή της ταινίας δεν αποσαφηνίζει επακριβώς τη τοποθεσία, το Μαρίενμπαντ είναι υπαρκτή πόλη και βρίσκεται στην Τσεχία. Ο Αλέν Ρενέ γύρισε το φιλμ εντός πολυτελέστατων κατοικιών, που άνετα θα χαρακτηρίζονταν σύγχρονα παλάτια, όπως τα Nymphenburg Palace και Schleissheim Palace της Βαυαρίας. Ενώ κάποιο μέρος συμπληρωματικών σκηνών γυρίστηκαν σε στούντιο. Επέλεξε να μοντάρει με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να παραχθεί ένας αποπροσανατολισμένος χώρος, όπου το γεωγραφικό πεδίο δεν συγκεκριμενοποιείται. Ο χρόνος το υποσυνείδητο αλλά και η φύση του έρωτα και της σαγήνης , είναι τα χαρακτηριστικά που αποτυπώνει η ταινία .Οι ήρωες δεν έχουν όνομα. Είναι «κλειδωμένοι» σε έναν κόσμο, που μπορεί να μην έχει σχέση με τον πραγματικό.
SALT

Αμερικάνικη ταινία, θρίλερ ? δράσης σε σκηνοθεσία Φίλιπ Νόις με την Αντζελίνα Τζολί, σε ρόλο κατασκόπου ως άλλος Τζέϊμς Μπόντ και τον Λεβ Σράιμπερ. «Θέλω να γίνω Μποντ!» είχε πει κάποτε χαριτολογώντας η Αντζελίνα Τζολί στην Πρόεδρο της Sony Pictures Έιμι Πάσκαλ. Λίγα χρόνια μετά της δόθηκε η ευκαιρία να πραγματοποιήσει την επιθυμίας της όταν το σενάριο του Κουρτ Βίμερ έφτασε στο γραφείο της Sony, στα χέρια του παραγωγού Λορέντζο ντι Μποναβεντούρα. Ο Κουρτ Βίμερ είχε βασίσει την ιδέα του σε έναν άντρα πρωταγωνιστή, τον Έντγουιν Σολτ. Όμως οι παραγωγοί προτίμησαν την Αντζελίνα Τζολί στον κεντρικό ρόλο, κι έτσι ο Έντγουιν Σολτ έγινε Έβελιν Σολτ. «Όταν αλλάξαμε το φύλο του κεντρικού ήρωα, αρχίσαμε να εξετάζουμε τη δυναμική της κάθε σκηνής» εξηγεί ο Λορέντζο ντι Μποναβεντούρα. «Αναρωτηθήκαμε αν μία γυναίκα θα έκανε τις ίδιες επιλογές, αλλά και αν όλοι οι υπόλοιποι χαρακτήρες θα την αντιμετώπιζαν με τον ίδιο τρόπο, ακριβώς επειδή ήταν γυναίκα. Τελικά αποδείχτηκε μια μεγάλη αλλαγή που επηρέασε ολόκληρο το σενάριο».

Υπόθεση

Η Έβελιν Σολτ (Αντζελίνα Τζολί) είναι πράκτορας της CIA, με ό,τι αυτό συνεπάγεται , δηλαδή έχει δώσει όρκο πίστης στο καθήκον, την τιμή και την πατρίδα. Η αφοσίωσή της θα δοκιμαστεί όταν ένας πρώην πράκτορας την κατηγορεί ότι είναι Ρωσίδα κατάσκοπος και η Σολτ μπαίνει στο στόχαστρο της υπηρεσίας. Ένα ασταμάτητο ανθρωποκυνηγητό θα ξεκινήσει, όπου η Έβελιν θα χρησιμοποιήσει όλες τις ικανότητες και την πολύχρονη εμπειρία της για να διαφύγει. Οι προσπάθειές της για να αποδείξει την αθωότητά της απλώς συντηρούν τις αμφιβολίες για τα αληθινά της κίνητρα, καθώς η αναζήτηση για την αληθινή της ταυτότητα συνεχίζεται και ένα ερώτημα παραμένει αναπάντητο: «Ποια είναι η Σολτ;»

Τα γυρίσματα

Είναι γνωστή η αγάπη της Αντζελίνας Τζολί για τις επικίνδυνες σκηνές , τις οποίες , όπως λένε , γυρίζει η ίδια .Ετσι και στον πρωταγωνιστικό ρόλο της συγκεκριμένης ταινίας , οι δημιουργοί είχαν τη δυνατότητα να συμπεριλάβουν σχεδόν οποιαδήποτε επικίνδυνη σκηνή επιθυμούσαν. «Η Αντζελίνα επιδιώκει να πρωταγωνιστεί σε όσο περισσότερες επικίνδυνες σκηνές μπορεί» σχολιάζει ο Σάιμον Κρέιν, υπεύθυνος των συγκεκριμένων σκηνών, που έχει συνεργαστεί επανειλημμένα στο παρελθόν με την Τζολί, όπως στις ταινίες ?Mr. And Mrs. Smith? και ?Lara Croft: Tomb Raider?. Ένας απο τους καλύτερους κασκαντέρ ο Κρέιν (έχει γυρίσει τις εντυπωσιακά επικίνδυνες σκηνές στις ταινίες»Διάσωση του Στρατιώτη Ράιαν?, ?Braveheart? και ?Τροία?) συνεργάστηκε με την Ατζελίνα Τζολί. Η Τζολί συνεργάστηκε στενά με τον Κρέιν για να εξελίξουν το μαχητικό στυλ που θα υιοθετούσε ο χαρακτήρας της και επέλεξαν μια μάλλον σκληρή πολεμική τέχνη που αναπτύχθηκε στο Ισραήλ και χρησιμοποιείται από τις αμερικανικές ειδικές δυνάμεις και το FBI, εξηγεί ο σκηνοθέτης . «Σε κάποιες από τις προηγούμενες ταινίες μου θεωρήθηκε ότι η δράση θα έπρεπε να είναι ωραιοποιημένη, επειδή είμαι γυναίκα» εξηγεί η Τζολί. «Όμως μια κατάσκοπος που κατηγορείται για μυστική πράκτορας και αγωνίζεται σώμα με σώμα δε θα μπορούσε να μάχεται ?χαριτωμένα?». Η Τζολί δε δίστασε να πρωταγωνιστήσει η ίδια στη σκηνή όπου η Σολτ προσπαθεί να διαφύγει πηδώντας στην οροφή ενός φορτηγού που τρέχει, αλλά και στη σκηνή όπου σκαρφαλώνει ξυπόλυτη σε ύψος δώδεκα ορόφων. «Μου αρέσουν τα ύψη κι έτσι βρήκαμε τρόπο να το εντάξουμε στην ταινία», εξηγεί η τολμηρή πρωταγωνίστρια.

Aρχείο Ταινιών υπόλοιπων εβδομάδων

 
 
Ειδήσεις για όλους | Σχόλια | Αγγελίες | Τουριστικό Ρεπορτάζ | Ιατρικά Θέματα | Παρουσίαση Βιβλίων | Επικοινωνία